Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

Η αόρατη βία

Αυτό που πονάει, σαν απονεύρωση χωρίς αναισθησία, τη μεγαλύτερη κοινωνική ομάδα στην Ελλάδα είναι η ίδια η αίσθηση της κατάργησής της που επιφέρουν τόσο τα οικονομικά μέτρα όσο και η βία με την οποία επιβάλλονται.
Είναι η αίσθηση της ματαίωσης των ανθρώπων και της fast track μετατροπής τους σε μηχανάκια αποπληρωμής κατασκευασμένων χρεών. Είναι οι άνθρωποι που, μέχρι τώρα, εξελίσσονταν σε μια διαδικασία ζωής μεταξύ οικογένειας, σπουδών, εργασίας, συνεχούς επιμόρφωσης και πήγαινε λέγοντας, έστω και με την παρεξηγημένη βούλα του «μικροαστού».
Είναι οι άνθρωποι που έβλεπαν τις «Καγέν» να ξεχύνονται στους ελληνικούς δρόμους μετά το εκσυγχρονιστικό μπουρίνι του Χρηματιστηρίου, τους χλιδάτους με τις φορολογικές δηλώσεις ισόποσες των πούρων της χρονιάς. Είναι οι άνθρωποι που πλήρωναν -και συνεχίζουν- κανονικά τους φόρους τους και στήνονταν μάλιστα στις ουρές των εφοριών γι' αυτό. Είναι οι άνθρωποι που δεν έφαγαν τίποτα και με κανέναν. Απεναντίας.

H «δημοκρατία» μας περίγελως της υφηλίου


Tου Χρηστου Γιανναρα
Tριάντα τόσες μέρες άρκεσαν για να μεταμορφώσουν την ειρηνική, πατριωτική διαμαρτυρία των «αγανακτισμένων» πολιτών σε ξεφτίδια συρφετού που σεργιανούν στο Σύνταγμα από περιέργεια ή για τον χαβαλέ. Oι μικροπωλητές, ίσως πια περισσότεροι από τους διαμαρτυρόμενους, δίνουν την αίσθηση ότι η έκρηξη προσφέρθηκε ανεμπόδιστα σε εμπορική εκμετάλλεση - ακόμα και πλανόδιοι ακροβάτες, μαζί με τους σουβλατζήδες, τους κουλουρτζήδες και όσους προμήθευαν τα «υλικά» της διαμαρτυρίας (σφυρίχτρες, φακούς λέιζερ, σημαιούλες) έσπευσαν να σκυλεύσουν την «αγανάκτηση». Nτεκόρ, τα άθλια τσαντίρια όσων εκφράζανε και με επιτόπιο ύπνο την οργή τους για το «σύστημα», ώστε η πλατεία να γίνεται πιστή εικόνα γυφτοπάζαρου - γυφταριό, τσιγγαναριό.